Πρόσφατη μελέτη που έγινε από το Πανεπιστήμιο του Ελσίνκι διερεύνησε τα ανθεκτικά στα αντιβιοτικά βακτήρια στο μητρικό γάλα καθώς επίσης και στο έντερο τόσο των μητέρων όσο και των βρεφών. Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Nature Communications.
Οι επιστήμονες ανέφεραν τρία συμπεράσματα:
Πρώτον, τα βρέφη που θηλάστηκαν για τουλάχιστον έξι μήνες είχαν μικρότερο αριθμό ανθεκτικών βακτηρίων στο έντερο τους από τα μωρά που θηλάστηκαν για μικρότερο χρονικό διάστημα ή καθόλου. Με άλλα λόγια, ο θηλασμός έμοιαζε να προστατεύει τα βρέφη από τέτοια βακτήρια.
Δεύτερον, η αντιβιοτική αγωγή των μητέρων κατά τη διάρκεια του τοκετού αύξησε την ποσότητα των ανθεκτικών στα αντιβιοτικά βακτηρίων στο έντερο του βρέφους. Αυτή η επίδραση ήταν αισθητή ακόμα και έξι μήνες μετά τον τοκετό.
Το τρίτο εύρημα ήταν ότι το μητρικό γάλα περιέχει επίσης βακτήρια ανθεκτικά στα αντιβιοτικά και ότι η μητέρα είναι πιθανό να περάσει αυτά τα βακτηρίδια στο παιδί μέσω του γάλακτος. Παρ’ όλα αυτά, ο θηλασμός μείωσε τον αριθμό των ανθεκτικών βακτηρίων στο έντερο του βρέφους, μια ένδειξη των οφελών που προσφέρει.
Οι επιστήμονες με επικεφαλής τη μικροβιολόγο Katariina Pärnänen της Σχολής Γεωργίας και Δασολογίας του Πανεπιστημίου του Ελσίνκι διερεύνησαν το μητρικό γάλα και τα περιττώματα 16 ζευγαριών μητέρων-βρεφών. Στα βακτήρια, έγινε μια ειδική εστίαση στον αριθμό των γονιδίων που είναι ανθεκτικά στα αντιβιοτικά. Τα μεμονωμένα βακτήρια μπορούν να έχουν αρκετά γονίδια ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά.
Η μελέτη κατέδειξε για πρώτη φορά ότι το μητρικό γάλα περιέχει σημαντικό αριθμό γονιδίων που παρέχουν ανθεκτικότητα στα βακτήρια απέναντι στα αντιβιοτικά και ότι αυτά τα βακτήρια πιθανότατα μεταδίδονται σε βρέφη μέσω του γάλακτος. Οι μητέρες μεταδίδουν βακτήρια ανθεκτικά στα αντιβιοτικά που διαμένουν στο δικό τους έντερο στους απογόνους τους και με άλλους τρόπους, όπως για παράδειγμα μέσω της άμεσης επαφής. Ωστόσο, μόνο μερικά από τα ανθεκτικά βακτήρια που βρέθηκαν στα βρέφη προέρχονταν από τις μητέρες τους. Τα υπόλοιπα ήταν προφανώς από το περιβάλλον και άλλα άτομα.
Ο θηλασμός πρέπει να συνεχιστεί τουλάχιστον για τους πρώτους έξι μήνες της ζωής ενός παιδιού
Ο θηλασμός πρέπει να συνεχιστεί τουλάχιστον για τους πρώτους έξι μήνες της ζωής ενός παιδιού
Η μελέτη, ωστόσο, υποστηρίζει την άποψη ότι ο θηλασμός συνολικά είναι ευεργετικός για τα βρέφη. Αν και το μητρικό γάλα περιέχει βακτήρια ανθεκτικά στα αντιβιοτικά, τα σάκχαρα του γάλακτος τρέφουν τα ευεργετικά βακτήρια του εντέρου στα βρέφη, όπως π.χ. τα Bifidobacteria που χρησιμοποιούνται ως προβιοτικά. Το μητρικό γάλα βοηθάει τα ευεργετικά βακτήρια να πολλαπλασιαστούν έναντι των ανθεκτικών παθογόνων.
Κατά γενικό κανόνα, θα μπορούσε να λεχθεί ότι μια μεγαλύτερη περίοδο θηλασμού είναι καλύτερη, είπαν οι επιστήμονες. Η Pärnänen πρόσθεσε ότι η θετική επίδραση του θηλασμού ήταν αναγνωρίσιμη στα βρέφη που έλαβαν φόρμουλα γάλακτος. Η μερική γαλουχία μείωσε την ποσότητα των ανθεκτικών στα αντιβιοτικά βακτήρια. Ένα άλλο συμπέρασμα ήταν ότι ο θηλασμός πρέπει να συνεχιστεί τουλάχιστον για τους πρώτους έξι μήνες της ζωής ενός παιδιού ή ακόμη περισσότερο. «Γνωρίζουμε ήδη ότι ο θηλασμός είναι καλός για το μωρό, αλλά τώρα ανακαλύψαμε ότι μειώνει επίσης τον αριθμό των βακτηρίων που είναι ανθεκτικά στα αντιβιοτικά», είπε η Pärnänen.